Για
να είμαι σε θέση να γράψω για την ομάδα του Α.Ο. Πάρου προσμετρώ και
συνυπολογίζω πολλά. Εννοείται, πως δεν είμαι ο πιο αξιόπιστος κριτής,
αφού δεν μπορεί να είναι επαρκές το δείγμα των παιχνιδιών που έχω
παρακολουθήσει από κοντά. Αλλά μέσα από κάμποσες «ποδοσφαιρικές»
συζητήσεις με ανθρώπους που είναι κοντά στην ομάδα μπορώ να σταθώ σε
κάποια βασικά περί του ποδοσφαίρου. Ο ΑΟΠ είναι κεντρικό μέγεθος στην αθλητική σκηνή του νησιού και οι εξελίξεις στο αγωνιστικό του μέρος μας αφορούν. Εμείς,
όμως, που δεν μπορούμε να πονάμε αλλά μόνο να συμπονάμε τις ομάδες μας,
που έχουμε να θυμόμαστε καλές εποχές - τόσο από τον ΑΟΠ όσο και από τον
Νηρέα - και ν’ αντιλαμβανόμαστε τη στενοχώρια (βάζοντας τον εαυτό μας, ο
καθένας για τη δική του ομάδα, στη θέση) του ανυποψίαστου φιλάθλου, το
χρέος μας είναι να σημειώνουμε μερικά πράγματα. Να προσπαθούμε,
τουλάχιστον, από τούτη εδώ τη στήλη.
Πλέον,
μετά το τρίτο άτυχο αποτέλεσμα με τον Παμμηλιακό, για την ομάδα του ΑΟΠ
ισχύει απόλυτα το «ό,τι δεν μπορείς να αποφύγεις, είσαι υποχρεωμένος να
το κοιτάξεις». Παίκτες, προπονητής και διοίκηση οφείλουν να κοιταχτούν
στον καθρέφτη, να κάνουν την αυτοκριτική τους και να συνεχίσουν.
Ενωμένοι. Διότι, τις πιο πολλές φορές για έναν σύλλογο, το μόνο σίγουρο
«γρήγορο και άκοπο» είναι το πισωγύρισμα. Ιδίως, όταν η ανέλιξη,
νωρίτερα, έχει πάρει και τα χρόνια της και τον κόπο της.
Αυτό που υπήρχε τα προηγούμενα χρόνια και δεν υπάρχει φέτος στην ομάδα
δεν είναι οι παίκτες. Είναι η ενέργεια, η επιθυμία, το χαμόγελο, η
«πείνα», το ηθικό. Ο ΑΟΠ δείχνει κατάκοπος, άκεφος, ανασφαλής, ανίκανος
να εντυπωσιαστεί από οποιοδήποτε κίνητρο. Συμβαίνει, διότι η ομάδα στο
γήπεδο φαίνεται κακομεταχειρισμένη. Αδειανή. Ξέπνοη. Από την άλλη, τα
παιδιά του Παμμηλιακού έδειξαν πως ξέρουν να σταθούν, να στηθούν, να
μαρκάρουν, να πηδήσουν, να βγάλουν την μπάλα από την άμυνά τους και όχι
να διώξουν την μπάλα από την άμυνά τους, να
παίξουν την κόντρα. Μέχρι εκεί. Μία δική τους συνεισφορά στο να έβλεπε
ξεκάθαρα η ομάδα της Πάρου με τι είχε να κάνει. Ό,τι επιδίωκε έπρεπε να
τους το πάρει. Με το καλό ή με το ζόρι. Πάντως, όχι δίχως κόπο και
ιδρώτα.
Στο
παιχνίδι του Νηρέα, με τον Πανθηραϊκό στη Σαντορίνη, είχαμε για αρχή
μια από τα ίδια. Ένα γκολ στην πλάτη νωρίς, αποδιοργάνωση, πτώση
αυτοπεποίθησης. Προσφυγή σε ανορθόδοξο παιχνίδι μέχρι να βγει το
ημίχρονο. Η πληγή του Νηρέα φέτος είναι οι αφόρητα πολλές «μισές»
επεμβάσεις. Δεν καθαρίζονται οι φάσεις, μια και έξω. Δίνονται, στην ίδια
φάση, δεύτερες (ακόμη και τρίτες) ευκαιρίες. Έτσι δέχτηκε η ομάδα, σαν
να πήγαινε γυρεύοντας, το 1-0. Έτσι, παραλίγο να δεχτεί και το 2-0 προς
το
τέλος του ημιχρόνου. Στο δεύτερο ημίχρονο η εικόνα της ομάδας άλλαξε.
Όχι κάτι ιδιαίτερο. Αλλά, οπωσδήποτε, φάνηκε ομάδα. Συμπαγής, καλή στα
βασικά, οργανωμένη και τακτοποιημένη, ήξεραν τι είχαν να κάνουν και το
κυριότερο, ήρεμοι στο παιχνίδι τους. Έτσι κατάφεραν να ισοφαρίσουν ενώ
παραλίγο να κάνουν και την ανατροπή.
Εδώ,
όμως, θέλω (πρώτη φορά να εστιάσω σε πρόσωπα και) να σταθώ σε δύο
ποδοσφαιριστές σημαντικούς για τον Νηρέα και την «κουλτούρα» που θέλει
να περάσει στο παιχνίδι του με τόσους νεαρούς παίκτες εφέτος στο ρόστερ
του. Την «κουλτούρα της αυτογνωσίας» που διαχέεται στον κίτρινο
οργανισμό από τους δύο ανεκτίμητους πυλώνες του Νηρέα, τον Μοστράτο και
τον Δελημπαλταδάκη, και φτάνει μέσα στο μυαλό όλων των άλλων παικτών. Ο
Νηρέας, περί τον Δελημπαλταδάκη, «κάνει άμυνα». Κανονική.
Συνειδητή άμυνα, υπεράνω των λοιπών προσώπων του μηχανισμού. Σε
οποιονδήποτε συνδυασμό, ο καταλύτης είναι ο Μάνος. Όσο για τον Μοστράτο,
που σκόραρε για τρίτο συνεχόμενο παιχνίδι στο πρωτάθλημα, αυτός πάλι
είναι «μία κατηγορία» μονάχος. Δικαίως, παραμένει η μεγαλύτερη
ποδοσφαιρική αξία του νησιού. Και τούτο, απ’ τον καιρό που είχε
εκτιμήσει αυτή την αξία ο Αθηναϊκός (ομάδα Β’ Εθνικής τότε), δεν
αλλάζει. Είτε ο Μοστράτος είναι στα πάνω του, είτε στα κάτω του,
πρόκειται για τον πιο προικισμένο παίκτη του Νηρέα στο να ξέρει τι θα
κάνει με την μπάλα προτού την ακουμπήσει. Κι αυτό που ξέρει, είναι το
σωστό. Και το κάνει. Δεν το βρίσκεις, εύκολα στις Κυκλάδες.
Υ.Γ.
Περί Ε.Π.Σ. Κυκλάδων και ενστάσεων: Απ’ τη στιγμή που χάσκει κενό
πρόβλεψης στον κανονισμό, όλες οι εμπλεκόμενες - ενδιαφερόμενες ομάδες
το μόνο που μένει και κάνουν είναι να ερμηνεύουν. Φύσει η ερμηνεία
είναι, λίγο ή πολύ, κατά το δοκούν.
Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "ΤΑ ΝΕΑ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥ-ΑΝΤΙΠΑΡΟΥ" 3-4 Δεκεμβρίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου